Κριτικά σημειώματα για την ποιητική συλλογή "Το τρύπιο ταβάνι"



Ο Κωνσταντίνος Μπούρας σχολιάζει το Τρύπιο ταβάνι


Κωνσταντίνος Μπούρας Θοδωρής Βοριάς, Το τρύπιο ταβάνι και Νυχτερινές επιπλοκές, εκδόσεις «ερωδιός», ποιήματα.

Χαιρετίζω μία νέα ποιητική φωνή αυτούσια, αυτόφωτη και αυτεξούσια. Φωνή λυρική και διακριτικά μεταφυσική, μέσα στην παγιδευμένη, ανέκφραστη, σχεδόν πληγωμένη ευαισθησία της. Ποιήματα λιτά σαν μαχαιριές στο κορμί της αξημέρωτης νύχτας, εκσπερματώσεις φωτός στα μαύρα σκοτάδια της αστικής ζωής. Η Θεσσαλονίκη πρωταγωνιστεί στα καλαίσθητα αυτά βιβλιαράκια με τα καλοτυπωμένα – σε πολυτονικό με βαρείες – ποιήματα. Απόηχοι του νυχτερινού ερωτισμού του Ντίνου Χριστιανόπουλου, απόηχοι της «ατσαλάκωτης ζωής» του δημόσιου υπάλληλου Κώστα Καρυωτάκη, η ξεψυχισμένη αγωνία της Μαρίας Πολυδούρη που ένιωθε ότι είχε γεννηθεί σε λάθος τόπο, σε λάθος χρόνο, ή και τα δύο μαζί… Η Θεσσαλονίκη του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, η Ελλάδα και η γαλάζια σημαία με τον άσπρο σταυρό, έρημες πλαζ και ερωτικά αποδυτήρια, ένστολοι που γράφουν ποιήματα εν ώρα υπηρεσίας, φαντασιώσεις γυμνών γυναικών, και ονειρώξεις εις αναζήτησιν μίας χαμένης – ή ξεχασμένης – θηλυκότητας… Η επανάσταση ανέφικτη, αυτό-ακυρωμένη από την ανία και τα προσωπεία της αστικής ζωής. Τα συνθήματα στους στίχους, οι στίχοι στο λευκό χαρτί, τα αστέρια στο μαύρο σεντόνι του ουρανού… Ιδού ο κόσμος του «αστεροκλέφτη» ρομαντικού ποιητή Θοδωρή Βοριά. Και η νοσταλγία των βουνών, της άγριας φύσης, της μη εξημερωμένης και αξημέρωτης. Η νύχτα είναι καταφύγιο και πατρίδα για τον λυρικό ποιητή που συναντάει εκεί του ερωτισμού του τα οράματα, και τα αθανατοποιεί εξασθενίζοντας και καταγράφοντάς τα…


Κωνσταντίνος Μπούρας


Αύγουστος 2008

#

Ο Γιώργος Πύργαρης σχολιάζει το Τρύπιο ταβάνι

"Η γενιά  μεμβράνη" από την ιστοσελίδα ΑΝΕΜΟΛΟΓΙΟ 

Θοδωρής Βοριάς –Το τρύπιο ταβάνι 

Όποτε βρέχει στάζει η σκεπή,/δε μέτρησα ποτέ τις τρύπες, /Στάζει…πώς έγινε διάτρητη!/Μέρα τη μέρα εξατμίζομαι/ κι αναστατώνονται/ τα έντομα και τα ποντίκια/που ανασαίνουν τη ζωή μου/ στο τρύπιο ταβάνι. (ζητώ συγνώμη για το μονοτονικό, η συλλογή είναι με πολυτονικό σύστημα).

Πρόσφατα, ο φίλος Θοδωρής Βοριάς από την όμορφη Θεσσαλονίκη, εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, ‘’το τρύπιο ταβάνι’’. Να του ευχηθούμε λοιπόν, ό,τι καλύτερο και να συνεχίσει και με άλλες δημιουργικές συλλογές, το λογοτεχνικό του ταξίδι… 

Ο Θοδωρής Βοριάς, ανήκει σε κείνη την αναδυόμενη γενιά, που σε πρώτη φάση, θα την ονομάσω γενιά-μεμβράνη. Είναι η σπάνια εκείνη γενιά, που είχε την τύχη η την ατυχία, να ανδρωθεί σε ένα σημαντικότατο χρονικό σημείο. Στο τελείωμα του εικοστού αιώνα και στην αυγή του εικοστού πρώτου. Και αυτό, σημαίνει πολλά. Αυτή η γενιά-μεμβράνη βρίσκεται ανάμεσα σε δύο κόσμους. Στον θάνατο μιας μεγάλης εποχής και στην αυγή μίας άλλης. Το ευτύχημα για την ποίηση, ότι η συγκεκριμένη γενιά, δέχτηκε ερεθίσματα και από τους δύο αυτούς κόσμους έστω και αν αυτό για τους ίδιους τους ποιητές που την αποτελούν, είναι η παραμένει επώδυνο. Από τη μια πλευρά λοιπόν, πάνω της, έπεσαν τα τελευταία κύματα των μεγάλων οραμάτων του εικοστού αιώνα, μαζί με τη πίκρα και την απογοήτευση της μη πραγματοποίησής τους. Οι ορδές των κοινωνικών μαχητών, οι ήρωες της ουτοπίας, οι ηττημένοι αγωνιστές και ονειροπόλοι, φωνάζουν μέσα από τον εικοστό αιώνα και έρχονται να αποτυπώσουν το χνάρι τους στη τελευταία ευκαιρία. Να δικαιωθούν μέσα στους αιώνες, από την μοναδική γενιά, που μπορεί ακόμη να τους καταλάβει. Από την γενιά εκείνη που ανήκει και ο Θοδωρής Βοριάς. Αλλά δεν είναι σημαντική μόνο γι’ αυτό το λόγο. Δεν είναι σημαντική μόνο γιατί μπορεί να κατανοήσει το παλαιό αυτή γενιά. Είναι σημαντική, γιατί το χρονικό σημείο που ανδρώθηκε, την καθιστά ικανή να κατανοήσει και το καινούριο. Να συλλάβει και να κρίνει τον αναδυόμενο κόσμο, με τα μεγάλα τεχνολογικά επιτεύγματα, τον κόσμο του ίντερνετ (χαρακτηριστικό της πως αναδύεται αργά αλλά σταθερά και μέσα από το διαδύκτιο) τον κόσμο της κινητής τηλεφωνίας, την παγκοσμιοποίηση, την τρομαχτική γρηγοράδα της πληροφορίας, την αίσθηση πως ο κόσμος πια, είναι ένα μεγάλο χωριό και όλα τα τρομαχτικά που συνέβησαν την τελευταία δεκαετία η εικοσαετία. Το τρύπιο ταβάνι του Θοδωρή Βοριά, είναι μια τέτοια μεμβράνη, όπου το χνάρι του παλαιού κόσμου αποτυπώνεται και περνάει στην άλλη πλευρά. Διασώζεται. Ποίηση της πόλης. Ο Βοριάς ένας ποιητής παρατηρητής, περιφέρεται ανάμεσα στα χαλάσματα και τα καινούρια που ανεγέρθησαν, τα πεζοδρόμια, τα μπαλκόνια και τα παιδικά πλατάνια Σε κείνο το πλατάνι/ σε κείνο το κατάρτι μας/ τα όνειρά μας σεργιανούσαμε/ να κυματίζουνε περήφανες σημαίες./ Λαμπύριζε ο ήλιος στα μαλλιά μας,/κρυφοκοιτούσε από τις φυλλωσιές,/ τα χρόνια μας αλάνθαστα μετρούσε/ επτά, οκτώ, εννέα, δέκα…. Δε μένει φυσικά στη παιδική ηλικία. Τα παιδιά των πλατανιών μεγάλωσαν. Δεν μένουν μόνο στις βαθύσκιωτες παιδικές απλωσιές. Βυθίστηκαν μέσα στις πόλεις, διάβασαν, άκουσαν έμαθαν. Και μαζί τους, ένα μ’ αυτούς, ανδρώθηκε και ο ποιητής που αναπολεί, προσπαθεί να σκάψει τους ασβέστες από τους τοίχους για να βρει τα παλαιά συνθήματα και την αλήθεια. Μόνο στα μάτια των λαθραίων τοιχογράφων,/ γυαλίζουν ζωντανά σε κάθε τοίχο/ τα γράμματα, τα σύμβολα, τα χρώματα,/ χωρίς να έχει δύναμη στο ξέφτισμα,/ του χρόνου και του ασπριτζή η βούρτσα. Ο κόσμος για προφανείς λόγους, του φαίνεται πια ορφανός. Κάτι λείπει από το παρελθόν, κάτι λείπει από το στερέωμα που κάποτε το γέμιζε. Τα ιερά φαντάσματα ορθώνονται μέσα του κι ας ξέρει πως δεν υπάρχει τίποτα πραγματικά από αυτά. Πονάει, προσπαθεί να τους δώσει πάλι φωνή… Πήρα τους δρόμους μέσα στο πλήθος,/ πήρες το λάβαρο, έγινες ουρανός./ Στους τοίχους διάβασα την ιστορία σου/ έγινες άνεμος, έγινες αϊτός… Αμφισβητεί και κρίνει τους νικητές, αν και το τελευταίο, δεν είναι ακόμη τόσο εμφανές σ’ αυτή τη πρώτη του ποιητική συλλογή. Σ’ αυτήν τη συλλογή, το βάρος πέφτει σε κείνο που έφυγε. Σαν ένα ζωντανό μνημόσυνο. Σε ένα ηρωικό ρομαντικό παρελθόν που μας άφησε ανεπιστρεπτί. Όμως οι ποιητές είναι εδώ και τιμούν. Οι ποιητές είναι εδώ και θυμούνται. Οι ποιητές είναι εδώ και πονούν. Αυτή η αίσθηση μου δημιουργήθηκε διαβάζοντας το τρύπιο ταβάνι.Εκείνο όμως που με προβλημάτισε είναι για το αν ακόμη μπορούν να ονειρεύονται. Κάθε Παρασκευή έχει πορείες με δεκάδες διαδηλωτές/ κι άλλοι χιλιάδες/ φτιάχνουν την απεργία τριήμερη αργία. Μέσα στην δίνη του καταναλωτισμού δεν υπάρχουν ελπίδες για ουσιαστικό αγώνα. Η πίστη στον αγώνα έχει χαθεί. Ο άνθρωπος έχει χαθεί στην καταναλωτική μοναξιά του. Ιδιωτεύει, θα έλεγαν οι παλαιοί ρομαντικοί. Ξέφυγαν τα όνειρά μας,/ σκορπίστηκαν στον άνεμο./ Στους δρόμους σβήστηκαν τα ίχνη μας,/ ξεχάστηκε η μορφή μας,/ χάθηκαν οι αφίσες./ Πίσω δεν έμεινε κανείς/ ή έμειναν λιγότεροι./ Ξέφυγαν τα όνειρά μας./ Τα παιδιά μας, δικαστές,/ δε θα ‘χουνε ν’ ακούσουνε πολλά,/ θα μας καταδικάσουν. Εδώ μιλάμε και για χρέος πια. Το χρέος απέναντι στα παιδιά. Το φίλτρο του ποιητή κρατάει από τον παλαιό κόσμο την λέξη ‘’αγώνας’’ Έστω και υπόγεια προτρέπει σε αγώνα. Ο, τι κι αν χάθηκε για τον Βοριά, αυτό που θα αντισταθεί στα κακά του καινούριου κόσμου είναι η εξεγέρσεις. Τα άψυχα τοπία της πόλης το ξέρουν καλά. Και αν οι άνθρωποι έχουν κουραστεί να ονειρεύονται και να αγωνίζονται, τα άψυχα τοπία έρχονται χορηγοί του ονείρου… Τα πεζοδρόμια ψιθυρίζουν,/ περιμένουν να περάσει η περίπολος,/ ετοιμάζουν εξεγέρσεις. Η περίπολος των κραταιών; Η περίπολος των νικητών; Η περίπολος της μονοκρατορίας; Κάποιοι πάντως φοβούνται τα πεζοδρόμια και πάνω τους περιπολούν για να μην ανθίσουν οι εξεγέρσεις. Τα ίδια τα πεζοδρόμια όμως μυστικά συνομωτούν ενάντια στους κραταιούς και τις περιπόλους τους. Ετοιμάζουν μυστικά εξεγέρσεις, γιατί ο κόσμος είναι πλαστικός, γιατί αυτό που του δίνουν οι νικητές είναι κάλπικο, πλαστικό και κάλπικο... Ο Βοριάς όμως σ’ αυτή τη συλλογή, δεν είναι μόνο νοσταλγός του ονείρου. Τα μεγάλα αποτυχημένα πειράματα του εικοστού αιώνα, ασυνείδητα έχουν στάξει τη γιατρειά του ρεαλισμού Σχοινί για αναρρίχηση ψάξε αλλού,/ χορτάσαν οι γκρεμοί κι οι τάφοι με θρήνους/ και άψυχα κουφάρια τ’ ονείρου νεκρών… ή Πήρες τον κόσμο να τον ρουφήξεις μονοκόμματα/ και βρέθηκες εξόριστος/ μ’ ένα τσιγάρο στο μπαλκόνι… Αυτή είναι η προίκα αυτής της γενιάς μεμβράνης. Η ουσία ρεαλισμού. Η παραδοχή του ρεαλισμού, όχι μόνο του ονείρου. Παραθέτω ολόκληρο το ποίημα ‘’Φυλλοβόλο δέντρο’’ που μαζί με τον ‘’χαρταετό’’ εκφράζουν την ελπίδα, μόνο που στο φυλλοβόλο δέντρο, υπάρχει μέσα και αυτή η μαγική ουσία του ρεαλισμού… Στο φυλλοβόλο δέντρο μοιάσε,/ τίναξε στον άνεμο τα κιτρινισμένα φύλλα/ στο χώμα να σαπίσουν./ Κοίταξε το κυπαρίσσι και το πεύκο,/ γερνάνε μες στη σκόνη των καημών τους./ Τα λόγια φτιάχνουν φωλιά,/ σού τσιμπολογούν τα φύλλα,/ κρύβονται βαθιά σου./ Τίναξε τα φύλλα, άκουσε τον άνεμο/ κι ύστερα τα λόγια θα κρυώσουν, θα πετάξουν/ κι άλλα λόγια θα φωλιάσουν μέσα σου/ άλλες χαρές και λύπες θάρθουν με την Άνοιξη./ Εσύ θα στέκεις δέντρο περήφανο,/ μη λησμονήσεις όμως, φυλλοβόλο. Ποίημα, που το θεωρώ από τα σημαντικότερα της συλλογής. Εδώ ο Βοριάς προτρέπει σε ανανέωση και για πρώτη φορά κοιτάει χωρίς νοσταλγία το παρελθόν «τίναξε στον άνεμο τα κιτρινισμένα φύλλα» Να πεταχτούν τα άχρηστα. Το ηρωικό παρελθόν δεν είναι μόνο ένας όμορφος κήπος. Κουβαλάει σκόνες και κίτρινα φύλλα που πρέπει να φύγουν, να σαπίσουν για να ανθίσει το καινούριο. Χωρίς ψευδαισθήσεις όμως «…μη λησμονήσεις όμως, φυλλοβόλο» Εδώ το όνειρο δεν είναι αιώνιο. Έχει γίνει αντιληπτό από αυτή τη γενιά-μεμβράνη, ότι τα όνειρα ανθίζουν, αλλάζουν όσο γίνεται τον κόσμο και μαραίνονται πάλι. Οι σκουριασμένες ιδέες που σκούριασαν μαζί με τα όπλα, πρέπει να υποστούν κριτική, να φιλτραριστούν προτού ανθίσουν πάλι. Είναι ο πιο σαφής διαχωρισμός από τις μεγάλες γενιές των αγώνων του εικοστού αιώνα που πίστευαν ακράδαντα, πως έφτανε ένα όνειρο για να εγκαθιδρύσει τον παράδεισο στη γη. Η γενιά μεμβράνη όμως δείχνει να έχει πάρει το μάθημά της. Στέκεται πια κριτικά απέναντι στα μεγάλα όνειρα. Δεν αφήνεται… Προσωπικά έμεινα ευχαριστημένος με την συλλογή του Βοριά. Έδωσε το στίγμα της η γενιά μας. Κοινωνική ματιά, ανθρώπινη, χωρίς μεγάλα λόγια, βλέπει με ευαισθησία το παρελθόν και το μέλλον. Ενώνει δύο κόσμους. Κι αν ακόμη δεν είναι καθαρή η φωνή που θα μιλήσει πραγματικά για το σήμερα κι αν ακόμη παλινδρομεί και νοσταλγεί το παρελθόν, βρίσκεται σε καλό δρόμο. Κληρονομεί τον ουμανισμό του παρελθόντος και προσπαθεί να βαφτίσει το μέλλον. Στέκει ανεπηρέαστη από τη δύναμη των μονοκρατόρων. Απέναντί τους. Πονά για το σήμερα και αναλαμβάνει χρέος απέναντι σε αυτούς που θάρθουν, γιατί μπορεί να την καταδικάσουν. Σαρκάζει στο ‘’καμάρι’’ των τωρινών δυνατών… Ο ήλιος χαμηλώνει,/ οι σκιές μεγαλώνουν/ στο πλακόστρωτο της παραλίας/ κι έρχονται κάποιοι/ που ξέμειναν από καμάρι/ να ευφρανθούν και να κομπάσουν/ για τη μεγάλη τους σκιά./ Νάνοι με τη σκιά γιγάντων,/ με το σουρούπωμα θ’ αλλάξουν ρότα/ για ολόφωτες πλατείες/ προτού ξεπέσει το καμάρι τους. Αλλά και ατενίζει με αισιοδοξία και αγάπη το μέλλον στο τελευταίο ποίημα της συλλογής ‘’το τελευταίο φεγγάρι’’……Είναι βραδιές που το φεγγάρι ξενυχτάει,/ παίζει στ’ αστέρια τα μήλα/ παίζει στα μάτια μου αμπάριζα./ Αηδόνια τρελαίνουν την αύρα,/ την αύρα που χαϊδολογά/ τον θηρευτή των ονείρων./ Ένα παιδί γεννιέται,/ ένα στάχυ ξεφυτρώνει,/ μια σημαία κυματίζει…/χίλιες φωνές τραγουδούν:/ Αυτός ο κόσμος/ δεν μπορεί παρά να ζήσει. Ήταν μια πρώτη προσέγγιση στο ΄΄τρύπιο ταβάνι΄΄ του Θοδωρή Βοριά. Ίσως είναι πολλά να πούμε ακόμη. Προσωπικά θέλω να συγχαρώ τον φίλο και αδελφό Θοδωρή, που τώρα πια πήρε το βάπτισμα του πυρός, θεωρώ πως είναι ένας γνήσιος εκπρόσωπος της γενιάς μας. Να του ευχηθώ ό,τι καλύτερο από δω και μπρος… 

Γιώργος Πύργαρης Μάρτιος 2006


#


Ο Γιάννης Κουριαννίδης σχολιάζει το Τρύπιο ταβάνι

Περιοδικό ΕΝΔΟΧΩΡΑ τεύχος 94, Δεκέμβριος 2005 - Απρίλιος 2006

Δυναμικός, ρηξικέλευθος και αφυπνιστικός ο ποιητικός λόγος του Θοδωρή Βοριά, έρχεται να ταρακουνήσει συνειδήσεις, να μετουσιώσει οράματα σε κατάθεση ψυχής, να δώσει κουράγιο σε απογοητευμένους και να ορθοδρομίσει γοητευμένους.Κοινός παρονομαστής στα ποιήματα της μικρής αυτής συλλογής, η συνειδητοποίηση ότι ο αγώνας μιας ολόκληρης γενιάς έμεινε αδικαίωτος. Κυρίαρχη η πίκρα από τη γεύση του ανεκπλήρωτου πόθου (Ξέφυγαν τα όνειρά μας/ σκορπίστηκαν στον άνεμο./ Στους δρόμους/ σβήστηκαν τα ίχνη μας/ξεχάστηκε η μορφή μας…) αντιπαλεύει πότε με την απαισιοδοξία (…σκοινί για αναρρίχηση ψάξε αλλού,/ χορτάσαν οι γκρεμοί κι οι τάφοι με θρήνους/ και άψυχα κουφάρια τ’ ονείρου νεκρών.) ή τη μοιρολατρία (…πήρες τα μάτια σου,/ τα έκλεισες στο κουτάκι των γυαλιών./ Πήρες τα χέρια, τα δίπλωσες/ μαζί με τη σημαία στο συρτάρι./ Πήρες τ’ αυτιά σου και τα σφράγισες,/ στην εξορία, είπες, δε χρειάζονται πολλά.) και πότε με το ψυχοτρόφο όραμα της ελπίδας και της αναγέννησης (Είναι βραδιές που το φεγγάρι ξενυχτάει/παίζει στ’ αστέρια «τα μήλα»/ παίζει στα μάτια μου «αμπάριζα». / Αηδόνια τρελαίνουν την αύρα,/ την αύρα που χαϊδολογά/ τον θηρευτή των ονείρων./ Ένα παιδί γεννιέται,/ ένα στάχυ ξεφυτρώνει,/ μια σημαία κυματίζει…/ χίλιες φωνές τραγουδούν:/ Αυτός ο κόσμος/ δεν μπορεί παρά να ζήσει.) Ο νέος αυτός ποιητής της Θεσσαλονίκης υπόσχεται πολλά για το μέλλον. Η πρώτη αυτή ποιητική συλλογή του αναδεικνύει λόγο εγερτήριο με στίχο δουλεμένο με ιδιαίτερη επιμέλεια, που σε παρασέρνει σ’ ένα κόσμο αισθημάτων και ονείρου, αναμνήσεων και προσμονής όπου η τρυφερότητα και το χρέος συμπορεύονται σε μια άγρια στράτα (Τα λάστιχα ξεσκίσανε τ’ απόνερα,/ τινάχτηκε η καταφρόνια κι αρπάχτηκε/ στη μοναξιά ενός ρομαντικού ποδηλάτη…) (Φίλοι αναθρεμμένοι,/ χωρίς τον πόλεμο/ δε θα στερήσετε/ απ’ τα λιοντάρια την τροφή,/ χωρίς τη μάχη/ δεν θ’ απαρνηθείτε την αγιοσύνη.) Η υπόσχεση που μας δίνει ο Θ. Βοριάς για το λογοτεχνικό του μέλλον διατυπώνεται ευθαρσώς από τον ίδιο αφού (…δέντρα κρυμμένα σε τσιμεντένιους τοίχους/ ποιος κεραυνός να τα ζηλέψει…) 

ΓΧΚ

#

Η Κατερίνα Κατσίρη σχολιάζει το Τρύπιο ταβάνι


Ιστοσελίδα POETS 
Ήταν Δεκέμβριος του 2005, που είχε κανονιστεί η συνάντηση με το Θοδωρή Βοριά. Είχα τότε την αίσθηση πως θα συναντούσα έναν ακόμα ποιητή, που οδηγεί πάνω στον κόσμο των καλλιτεχνικών ψευδαισθήσεων το εσωτερικό των συνομιλιών του. Σ' αυτή τη διάθεση σκεπτικισμού, επέλεξα το κεντρικό σημείο της πόλης μου να συναντηθούμε, που είναι συνήθως μια ασαφής αφετηρία εγχειρημάτων. Έτσι, ανεκτική και μη συνεκτική περίμενα το Θοδωρή, μάλιστα έχοντας διατηρήσει μια απροσδιόριστη υφή στην προσωπική μου έκφραση. Όσα και ότι μπορώ τώρα να θυμηθώ λοιπόν από εκείνη τη συνάντηση η προβολή της συνένωσης ποίησης κι ανθρώπου κι ο δρόμος προς τη δική του υπαρξιακή γραφή Μια γνώριμη απέναντι γραφή με εμφανή τα σύμβολα που ταράζουν τα δεδομένα του κόσμου. Μια αθώα σχεδόν πραγματικότητα που ωστόσο επάνω της συγκρούονταν ανελέητα τα "ποιητικά". Ο ποιητής Θοδωρής Βοριάς δεν είναι ένας απλά ένας φορτισμένος με στοχασμό λόγος, που η άμυνά του μοιάζει εξασφαλισμένη με τη δημιουργία του πρώτου βιβλίου του "Τρύπιο Ταβάνι". Ο Θοδωρής είναι ίσως ο άνθρωπος που υποβάλλεται ο ίδιος στους τραχείς "αγώνες" της ποίησης για να επιβιώνει. Στο χαρακτηριστικότερο ποίημα της συλλογής του "Τρύπιο Ταβάνι" αφηγείται: "Μέρα τη μέρα εξατμίζομαι/ κι αναστατώνονται/ τα έντομα και τα ποντίκια/ που ανασαίνουν τη ζωή μου/ στο τρύπιο ταβάνι" Τα ποιήματά του, όπως κι ο ίδιος, αποδίδουν καίρια συναισθήματα και μνήμες που τον βασανίζουν με ακρίβεια και πλούτο λέξεων δημιουργώντας απαρχής το γλωσσικό του κώδικα. Η ικανότητά του να αρπάζει τον εξωτερικό κόσμο την πόλη, τη φύση, τους ανθρώπους μ' ένα στοιχείο στοχαστικού ρεμβασμού διακρίνεται αμέσως στη γραφή του. Φαινομενικά τα ποιήματά του μοιάζουν ακαριαίες συλλήψεις βηματισμών αλλά θα έλεγα πως η διάρθρωση και η μορφή των ποιημάτων συνδέονται με μεγαλύτερο βηματισμό από τούτο. Καθώς διαβάζουμε το Θοδωρή, μας δημιουργείται η εντύπωση ότι τα ποιήματά του χαράζουν ενδεικτικά εναγώνιας πορείας μια αμετάκλητα χαμένη παιδικότητα δημιουργούν ρωγμές στην άλλη συνείδηση. Η γραφή του άλλοτε προκλητική σχεδόν θραύει την ευθεία κοινόχρηστη γλώσσα. Μάλλον, καταθέτει την πίκρα της γενιάς του για το συγκαλυμμένο κακό αλλά με έντονη κριτική και διάθεση ανατρεπτική και αρκετά συχνά με στοιχεία αυτοσαρκασμού και ειρωνείας. Το εσωτερικό μέτρο των ποιημάτων του Θοδωρή επιβεβαιώνει ότι, εδώ δεν είναι απλά ένας ποιητής αλλά διαβάζοντάς τον μπαίνουμε στο "ναό" της Ποίησης. 
Κατερίνα Κατσίρη 
1/10/2007

#

Ο Τάσος Καραμήτσος σχολιάζει το Τρύπιο ταβάνι


Ιστσελίδα ΜΟΝΟΦΥΛΛΑ
Πριν αρκετές μέρες μια ευχάριστη έκπληξη με περίμενε στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο: Ο φίλος- αν και τον γνωρίζω μόνο μέσω του blog – Θοδωρής Βοριάς, μου έστειλε « Το τρύπιο ταβάνι » του. Το διάβασα και μου άρεσε. Ήξερα ,βέβαια, τη δουλειά του Θοδωρή. Παρακολουθώ τις αναρτήσεις του – κι εκείνος τις δικές μου – Αυτές τις μέρες, που μια ίωση με περιόρισε στο σπίτι, το ξαναδιάβασα και το χάρηκα πάλι. Χαμηλόφωνος, χωρίς περιττά στολίδια αναζητά την ουσία και τη βρίσκει. Έχει κατακτήσει τον προσωπικό του τρόπο έκφρασης κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Επιτρέψτε μου να σας προσφέρω λίγους στίχους του 
Ελλάδα του ονείρου 
Πήρα την πέτρα,/ πήρες το αγέρι της αυγής/ Πήρα το ξερόκλαδο,/ πήρες τη φλόγα του μεσημεριού/ Πήρα την ξεραμένη λάσπη,/ πήρες το κοκκίνισμα του δειλινού./ Κάθισα εγώ στην παραλία της Σκοτίνας/ κι εσύ στην κορυφή του Ολύμπου,/ να ονειρευτούμε,/ Να φτιάξουμε καινούργια Ελλάδα./ Κι ονειρευτήκαμε όλη τη νύχτα/ κι ονειρευτήκαμε στην ξαστεριά/ ακόμα εκείνη την Ελλάδα ονειρευόμαστε. 
Ο προβληματισμός του για μια δίκαιη κοινωνία κυριαρχεί. 
Κάθε Παρασκευή έχει πορείες με δεκάδες διαδηλωτές/ κι άλλοι, χιλιάδες/ φτιάχνουν την απεργία τριήμερη αργία…
Τις νύχτες , στις έρημες συνοικίες/ οι πλάκες κλαίνε,/ μοιρολογάνε τα άσημα μυστικά/ κάθε διαβάτη… 
Ένα χάι-κου που πολλοί θα το ζήλευαν: Στην παχιά σκιά/ όσο κι αν σε ποτίζουν/ χλωμά θ΄ αθίζεις. 
Η ανθρωπιά και η ευαισθησία, ναι, γίνονται ποίημα: Πάρκιγκ Την ώρα που παρκάρεις το αμάξι σου/ στο πεζοδρόμιο, πάνω στη ράμπα/ για καροτσάκια αναπήρων,/ την ώρα εκείνη της μανούβρας/ ο ανθρωπισμός σου/ ζαλίζεται κι αποκοιμιέται. 
Είναι αισιόδοξη η κατάληξη του βιβλίου "Ένα παιδί γεννιέται/ ένα στάχυ ξεφυτρώνει,/ μια σημαία κυματίζει.../ χίλιες φωνές τραγουδούν:/ Αυτός ο κόσμος/ δεν μπορεί παρά να ζήσει." 
Νοιώθω βαθιά συγκίνηση κάθε φορά που διαπιστώνω πως αποδίδει καρπούς η προσπάθεια επικοινωνίας με αυτούς που αγαπούν την ποίηση. Σε ευχαριστώ φίλε Θοδωρή 
Τάσος Καραμήτσος 
4/11/2007

#


Ιστοσελίδα ΗΛΙΑΧΤΊΔΕΣ 

Εδώ και καιρό το προγραμματίζω αυτό το «ταξίδι» στους στίχους του Θοδωρή… Τον διαβάζω στο Ανεμολόγιο στο μπλογκ του, πάει ένας μήνας που έχω στη βιβλιοθήκη μου και «Το τρύπιο ταβάνι» του, που διαβάζω και ξαναδιαβάζω. Μου αρέσει και με εκφράζει τόσο ο τρόπος που γράφει… Ξεκάθαρος, εύστοχος και πάντα τόσο ανθρώπινος… Ποιήματα που πηγάζουν κατευθείαν μέσα από την ψυχή του με εμφανή πρόθεση να εκφραστεί. Να μοιραστεί σκέψεις και συναισθήματα. Να επικοινωνήσει με τον αναγνώστη. Και όχι να υψώσει τοίχους χρησιμοποιώντας λέξεις δυσνόητες και νοήματα ακαταλαβίστικα, μπερδεμένα. Φοβάμαι όμως ότι όσα γράφω είναι πολύ "φτωχά" πλάι στα συναισθήματα που μου δημιουργούν τα λόγια του Θοδωρή… Γι΄ αυτό κάπου εδώ σκέφτομαι να σωπάσω… Και ας μιλήσουν για μένα δύο από τα αγαπημένα ποιήματα της συλλογής του…. ΜΙΑ ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ Μια ηλιαχτίδα τον τοίχο να εμβολίσει,/ να διαπεράσει και τη μοίρα μας/ που ξεχάστηκε στον πίνακα ανακοινώσεων./ Πόρτες και διάδρομοι είναι το τηλέφωνο./ Στοίχειωσε το κουδούνισμά του./ …Μια ηλιαχτίδα να ελευθερωθούμε./ Μονάχα να περάσει μέσα μας,/ να μας πυρώσει,/ να λιώσει το δεσμοφύλακα,/ τη νοοτροπία μας. ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ Ποιος εξαφάνισε τους ανθρώπους/ απ΄το δρόμο;/ Στα πεζοδρόμια απόμειναν/ παπούτσια./ Από συνήθεια αντιγράφουν την κίνηση, περπατάνε./ Οδηγούνται στις διαβάσεις,/ σταματούν στο φανάρι/ κι ύστερα συνεχίζουν… / Ολόκληρη πόλη χραπ-χρουπ,/ χραπ-χρουπ…/ κατάπιε τη γλώσσα της βουής./ Κανείς δεν είχε τίποτε/ να πει προηγουμένως. Καλά ταξίδια στα μονοπάτια της ποίησης αγαπητέ Θοδωρή! Να είσαι καλά και πάντα να μας χαρίζεις τόσο όμορφα π ο ι ή μ α τ α…. 

6/12/2006

#


Ιστοσελίδα ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ 

Κάθομαι αρκετή ώρα μπροστά στην οθόνη και σκέφτομαι τι να γράψω για το βιβλίο του Θοδωρή (συγγνώμη για τον ενικό -πιθανής- αγένειας αλλά μετά τόσον καιρό συναντήσεων εδώ μέσα τον νοιώθω οικείο.) Δεν το διάβασα ακόμα. Θα γράψω αργότερα για τα ποιήματά του. Θέλω να γράψω για τον Θοδωρή που με συγκίνησε και με συγκινεί ακόμα. Σαν το διακριτικό πολυτονικό σύστημα γραφής που χρησιμοποιεί το οποίο συνδιαλέγεται αρμονικά με τις δυνατότηες που μας παρέχει η τεχνολογία και το διαδίκυτο. Συγκινήθηκα όταν με σκέφτηκε να μου στείλει το βιβλίο του και συγκινήθηκα και σήμερα που το έλαβα και το χω στα χέρια μου. Είναι ένας μικρός θρίαμβος αυτό για μένα. Ένας συνοδοιπόρος εδώ μέσα κατάφερε να βρει μία δίοδο επικοινωνίας και έξω από τον διαδικτυακό κόσμο. Σαν να έμαθε δειλα δειλα να πετά και τώρα να βγήκε από το κλουβάκι της ευκολίας που είμαστε κλεισμένοι και δοκιμάζει να πετάξει χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Χαίρομαι ειλικρινά που τα κατάφερε! και του εύχομαο πολλές πολλές πτήσεις... Τον Θοδωρή τον γνώρισα εδώ μέσα και εδώ αγάπησα και την ποίησή του. Αυτό που τον κάνει ξεχωριστό είναι ότι η ποίησή του, για μένα, δεν είναι ένα συνοθύλευμα εντυπωσιακών λέξεων, ένας πολύπλοκος συγκερασμός ήχων και εικόνων αλλά ένα σκαλάκι. Ένα σκαλάκι πάνω στο οποίο πατάς απαλά και αυτό ανυψώνεται για να σε ταξιδέψει στους ήχους και τα χρώματα, που εσύ επιλέγεις. Ένα μαγικό χαλί, που είναι απλά η αφορμή για να ανθίσει η ποίηση που κρύβεις μέσα σου. Πάντα όταν διαβάζω ποίημα το Θοδωρή, το νοιώθω σαν ένα χέρι, που απλώνεται στην δική μου ποίση, προσδοκώντας μια ζεστή χειραψία, έναν α-λογο διάλογο, συνομωτικό και ταξιδιάρικο. Ένας στίχος του eros ramazzotti λέει: είναι χέρια όλα μου τα όνειρα και με τα χέρια θα τα πάρω πίσω... κάπως έτσι νοιώθω και τα ποιήματα του Θοδωρή. Πάω να διαβάσω το βιβλίο να συναντήσω ξανά μικρές συνομωσίες και θα επανέλθω σύντομα ΥΓ. Θοδωρή μου ευχαριστώ για την εφιέρωση θα σημειώσω τα δικά μου ποίηματα πάνω στα δικά σου. ελπίζω να μην σε πειράζει αυτή η μικρή ιεροσυλία. καλοτάξιδος.... πολυτάξιδος.... AMANDA 
24/1/2006

#